Ζωή στον Αρη | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ζωή στον Αρη | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Αναπαράσταση του κρατήρα Jezero στον Αρη, όπου αναμένεται να φθάσει στις 18 Φεβρουαρίου η διαστημοσυσκευή «Perseverance Rover» της NASA, με κύριο στόχο την ανακάλυψη κάποιου είδους αρχέγονης μικροβιακής ζωής. (Φωτ. NASA)

Τον περασμένο Ιούλιο, 44 χρόνια μετά την τελευταία προσεδάφιση των διαστημοσυσκευών «Viking 1 και 2», που πρώτες προσπάθησαν να ανακαλύψουν ίχνη ζωής στον Αρη, μια νέα διαστημοσυσκευή με την ονομασία «Perseverance Rover» ξεκίνησε για ένα ταξίδι εκατομμυρίων χιλιομέτρων με προορισμό τον Κόκκινο Πλανήτη. Σε μερικές ημέρες, και συγκεκριμένα στις 18 Φεβρουαρίου, η διαστημοσυσκευή θα φθάσει στην αρειανή επιφάνεια με κύριο στόχο την ανακάλυψη κάποιου είδους αρχέγονης μικροβιακής ζωής στην περιοχή του κρατήρα Jezero. Κι όμως, η NASA είχε ανακοινώσει ήδη από το 1996 ότι διέθετε ενδείξεις μικροβιακών απολιθωμάτων σε ένα πέτρωμα που είχε προέλευση τον Aρη. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.

Πριν από 16 εκατομμύρια χρόνια, ένας τεράστιος αστεροειδής συγκρούστηκε με ορμή πάνω στην επιφάνεια του Aρη. Η έκρηξη που συνόδευσε τη σύγκρουση ήταν τόσο ισχυρή ώστε εκτόξευσε με δύναμη στο Διάστημα αρκετά μικρά και μεγάλα κομμάτια του αρειανού εδάφους. Eνα από τα κομμάτια αυτά (ατόφιο τμήμα του Kόκκινου Πλανήτη από τον καιρό της γέννησής του πριν από 4,6 δισεκατομμύρια χρόνια), που δεν ήταν μεγαλύτερο από μια μπάλα και το βάρος του δεν υπερέβαινε τα περίπου δύο κιλά, εκτοξεύτηκε μαζί με τα άλλα κομμάτια στο Διάστημα. Ολα αυτά τα χρόνια η πέτρα από τον Αρη ταξίδευε μαζί με εκατομμύρια άλλα μετεωροειδή στο Διάστημα ανάμεσα στους πλανήτες.

Η τύχη και οι βαρυτικές δυνάμεις που επιδρούσαν επάνω της έφεραν τη μικρή πέτρα στη γειτονιά της Γης. Η γήινη βαρύτητα αποδείχθηκε τελικά αρκετά δυνατή, ώστε ύστερα από χρόνια η πέτρα ξεκίνησε για ένα νέο ταξίδι με προορισμό την επιφάνεια του γαλαζοπράσινου πλανήτη μας. Ο ερχομός της χαιρετίστηκε με μια λαμπερή φωτιά που έβγαζε η θερμότητα την οποία προκαλούσε η συμπίεση και η τριβή της με τη γήινη ατμόσφαιρα. Κι όμως, καθώς έπεφτε προς την Ανταρκτική, με ταχύτητα δεκάδων χιλιάδων χιλιομέτρων την ώρα, κανένα ανθρώπινο μάτι δεν αναρωτήθηκε για το τι μπορεί να ήταν το φανταχτερό εκείνο πυροτέχνημα. Οι άνθρωποι της εποχής χρησιμοποιούσαν ακόμη τα εργαλεία της Λίθινης Εποχής και μετακινούνταν σε νομαδικές ομάδες από μέρος σε μέρος, ενώ όλα όσα έβλεπαν να πέφτουν από τον ουρανό, είτε ήταν κεραυνοί είτε μετέωρα, τα θεωρούσαν σταλμένα από πανίσχυρους και μνησίκακους θεούς.

Συνωστισμός στον Κόκκινο Πλανήτη

Πέρασαν 13.000 χρόνια, όταν στις 27 Δεκεμβρίου 1984 μια ομάδα επιστημόνων της ΝΑSA βρισκόταν στην Ανταρκτική ψάχνοντας για μετεωρίτες πάνω στους παγετώνες της παγωμένης ηπείρου. Την ημέρα εκείνη, η μικρή πέτρα από τον Αρη είχε χάσει το κάλυμμα του πάγου που την κάλυπτε όλα αυτά τα χρόνια και έτσι μπόρεσε να την πάρει το μάτι ενός από τα μέλη της ερευνητικής ομάδας, που την πρόσθεσε στα άλλα ευρήματά της. Κι έτσι η μικρή πέτρα από τον Αρη ξεκίνησε ένα τελευταίο ταξίδι για να καταλήξει στα εργαστήρια του Διαστημικού Κέντρου Τζόνσον στο Χιούστον του Τέξας. Εκεί της έδωσαν κι ένα καινούργιο όνομα: η πέτρα από τον Αρη βαφτίστηκε ALH 84001. 

Η μικρή ALH 84001 ήταν ένα από τα πιo παράξενα πετρώματα που φιλοξενούνταν στα εργαστήρια της NASA. Επί χρόνια οι διάφοροι επιστήμονες ασχολήθηκαν με τον υπολογισμό της σύνθεσης και της προέλευσής της. Αργά αλλά σταθερά τα διάφορα κομμάτια του αινίγματος σχετικά με τη σύνθεση και την προέλευση της μικρής πέτρας βρήκαν τη λύση τους, αν και τα αποτελέσματα ήταν δύσκολο να γίνουν άμεσα αποδεκτά. Οι μελέτες εντάθηκαν, μέχρις ότου τον Αύγουστο του 1996 μια ομάδα εννέα ερευνητών της NASA ανακοίνωσε ένα συγκλονιστικό γεγονός: Η μικρή πέτρα από τον Αρη φαίνεται να περιλαμβάνει ορισμένες οργανικές ενώσεις οι οποίες δημιουργούνται συνήθως από ζώντες μονοκύτταρους οργανισμούς, ενώ δίπλα ακριβώς στις χημικές ενώσεις φωτογραφήθηκαν με ηλεκτρονικό μικροσκόπιο και ορισμένα χαρακτηριστικά με τη μορφή μικροσκοπικών κυλίνδρων που εκ πρώτης όψεως μοιάζουν πολύ με απολιθωμένα αρχέγονα βακτηρίδια. Η χρονολόγηση των ενώσεων αυτών απέδειξε ότι έχουν ηλικία από 3,6 έως 4 δισεκατομμύρια χρόνια. 

Αν και γνωρίζαμε εξαρχής ότι ο μετεωρίτης αυτός προερχόταν από τον Αρη (λόγω του ότι η σύσταση των υλικών του είναι παρόμοια με τη σύσταση των πετρωμάτων του Κόκκινου Πλανήτη), μέχρι το 1993 δεν είχαμε τα όργανα που έδωσαν την ευκαιρία στην ερευνητική ομάδα της NASA να μελετήσει τόσο εξονυχιστικά τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν το 1996. Το ενδιαφέρον πάντως είναι ότι οι αρχικοί ερευνητές υποστήριξαν εκ νέου το 2010 την αρχική εκτίμησή τους, αν και γενικά δεν υπάρχει επιστημονική επιβεβαίωση της ανακοίνωσης και από άλλους ερευνητές. Δεν πρέπει φυσικά να ξεχνάμε ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο να αποδείξει κάποιος την ύπαρξη ζωής πριν από 3,6 δισεκατομμύρια χρόνια όχι μόνο στον Αρη, αλλά ακόμη και πάνω στη Γη. Παρ’ όλα αυτά, η ανακοίνωση εκείνη του 1996 είναι ένας ακόμη λόγος που αναμένουμε με μεγάλο ενδιαφέρον τα αποτελέσματα του «Perseverance Rover». 
 
* Ο κ. Διονύσης Π. Σιμόπουλος είναι επίτιμος διευθυντής του Ευγενιδείου Πλανηταρίου.

Πηγή άρθρου: www.kathimerini.gr