Pegasus project: Στόχοι «κατασκοπείας» δημοσιογράφοι, ακτιβιστές και πολιτικοί

Δημοσιογράφοι, ακτιβιστές, πολιτικοί και δικηγόροι σε όλο τον κόσμο βρέθηκαν στο στόχαστρο αυταρχικών καθεστώτων και κυβερνήσεων, μέσω της χρήσης λογισμικού υποκλοπής το οποίο πωλείται από ισραηλινή εταιρεία, σύμφωνα με έρευνα μέσων ενημέρωσης για μια μαζική διαρροή δεδομένων.

Η έρευνα -η οποία δημοσιεύθηκε σε 17 μέσα ενημέρωσης, ανάμεσά τους στις εφημερίδες Le Monde, The Guardian και The Washington Post- μιλά για εκτεταμένη και συνεχιζόμενη κατάχρηση του λογισμικού υποκλοπής Pegasus της ισραηλινής εταιρείας NSO Group.

Το λογισμικό Pegasus, αφού εγκατασταθεί εν αγνοία του κατόχου του σε κάποιο κινητό τηλέφωνο τύπου smartphone, επιτρέπει την υποκλοπή μηνυμάτων, φωτογραφιών, επαφών, καθώς και των κλήσεων.

Η ιδρυθείσα το 2011 στο Ισραήλ εταιρία NSO, η οποία κατηγορείται συχνά πως παίζει το παιχνίδι αυταρχικών καθεστώτων, διαβεβαιώνει πως το λογισμικό της χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την παρακολούθηση και την εξάρθρωση κυκλωμάτων κακοποιών ή τρομοκρατών.

Η διαρροή περιέχει λίστα με περισσότερους από 50.000 αριθμούς τηλεφώνων. Ο μη κερδοσκοπικός οργανισμός Forbidden Stories που εδρεύει στο Παρίσι και η Διεθνής Αμνηστία απέκτησαν αρχικά πρόσβαση στη λίστα, την οποία κοινοποίησαν σε μέσα ενημέρωσης.

Η παρουσία ενός αριθμού τηλεφώνου στα δεδομένα δεν αποδεικνύει εάν μια συσκευή υπόκειται σε απόπειρα υποκλοπής. Ωστόσο, η κοινοπραξία «Pegasus project» που ερευνά τη χρήση του λογισμικού, εκτιμά ότι τα δεδομένα αποκαλύπτουν δυνητικούς στόχους κυβερνήσεων – πελατών της NSO.

Περίπου 180 δημοσιογράφοι φέρονται να περιλαμβάνονται στη λίστα, από οργανισμούς όπως το Γαλλικό Πρακτορείο, το CNN, οι New York Times, το Al Jazeera και άλλα μέσα ενημέρωσης.

Η λίστα περιλαμβάνει επίσης δύο γυναίκες από το περιβάλλον του δολοφονημένο Σαουδάραβα δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι, καθώς και τον Μεξικανό δημοσιογράφο με την ονομασία Σεσίλιο Πινέδα Μπίρτο, ο οποίος επίσης δολοφονήθηκε.

Η ευρύτερη λίστα φέρεται να περιλαμβάνει επίσης αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων, μέλη αραβικών βασιλικών οικογενειών και στελέχη επιχειρήσεων. Συμπεριλαμβάνει αρκετές πολιτικές προσωπικότητες – έναν αρχηγό κράτους και δυο αρχηγούς κυβερνήσεων στην Ευρώπη – τα ονόματα των οποίων θα αποκαλυφθούν τις προσεχείς ημέρες.

Σύμφωνα με την έρευνα, τουλάχιστον 10 κυβερνήσεις εκτιμάται ότι ανήκουν στους πελάτες της εταιρείας που εισήγαγαν τηλεφωνικούς αριθμούς στο σύστημα: Αζερμπαϊτζάν, Μπαχρέιν, Καζακστάν, Μεξικό, Μαρόκο, Ρουάντα, Σαουδική Αραβία, Ουγγαρία, Ινδία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Η Ρουάντα, το Μαρόκο, η Ινδία και η Ουγγαρία αρνήθηκαν ότι χρησιμοποιούν το λογισμικό για να χακάρουν τα τηλέφωνα ατόμων που αναφέρονται στη λίστα. Οι κυβερνήσεις του Αζερμπαϊτζάν, του Μπαχρέιν, του Καζακστάν, της Σαουδικής Αραβίας, του Μεξικού, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων δεν έχουν προβεί σε κάποιο σχόλιο, σύμφωνα με τον Guardian.

Κατά την ευρεία έρευνα, δεκάδες δημοσιογράφοι και διευθυντικά στελέχη γαλλικών μέσων ενημέρωσης φιγουράρουν στον κατάλογο των στόχων του Pegasus, ανάμεσά τους μέλη των συντακτικών ομάδων των εφημερίδων Le Monde, Canard Enchaîné, Figaro, του Γαλλικού Πρακτορείου, καθώς και του δικτύου France Télévisions.

Η Διεθνής Αμνηστία είχε ήδη καταγγείλει το 2020 πως παρακολουθείτο το τηλέφωνο του μαροκινού δημοσιογράφου-ερευνητή Όμαρ Ράντι με το λογισμικό Pegasus.

Οι δημοσιογράφοι που έκαναν την έρευνα συνάντησαν κάποιους από τους κατόχους των αριθμών και συγκέντρωσαν 67 τηλεφωνικές συσκευές, που εξετάστηκαν από τεχνικούς σε εργαστήριο της Διεθνούς Αμνηστίας.

«Επανειλημμένα, η συλλογικότητα Forbidden Stories και το Security Lab της ΜΚΟ Διεθνής Αμνηστία μπόρεσαν να εξακριβώσουν τεχνικά ότι η μόλυνση τηλεφώνων με το Pegasus στέφθηκε από επιτυχία», τόνισε η Le Monde, ιδίως «στις περιπτώσεις του Εντουί Πλενέλ, ιδρυτή του ειδησεογραφικού ιστότοπου Mediapart, της Ντομινίκ Σιμονό, πρώην δημοσιογράφου-ερευνήτριας της Canard Enchaîné, νυν Γενικής Ελέγκτριας των φυλακών της Γαλλίας», καθώς και «μιας δημοσιογράφου της ίδιας της Monde», που δεν θέλησε να κατονομαστεί.

«Η κατασκοπεία του τηλεφώνου μου και αυτού της συναδέλφου μου Λενέγκ Μπρεντού οδηγεί απευθείας στις μαροκινές υπηρεσίες ασφαλείας, στο πλαίσιο της καταστολής της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας και του κοινωνικού κινήματος», ήταν η αντίδραση του Εντουί Πλενέλ μέσω Twitter. Η κα Μπρεντού καλύπτει κυρίως θέματα έμφυλης βίας στον Mediapart.

Επιβεβαιώθηκε ότι είχαν παραβιαστεί ή ότι είχε γίνει προσπάθεια να παραβιαστούν από το malware της NSO τα 37, 10 εξ αυτών στην Ινδία, σύμφωνα με τα χθεσινά δημοσιεύματα.

Δύο από τις συσκευές ανήκαν σε γυναίκες κοντά στον Σαουδάραβα δημοσιογράφο Τζαμάλ Κασόγκι, που δολοφονήθηκε το 2018 στο προξενείο του βασιλείου στην Κωνσταντινούπολη από ομάδα πρακτόρων που εστάλη από το Ριάντ· η μία ανήκε στη μνηστή του.

Για άλλες 30 συσκευές τα αποτελέσματα δεν είναι τελεσίδικα, σε πολλές περιπτώσεις επειδή οι κάτοχοι των αριθμών άλλαξαν τηλέφωνο.

«Υπάρχει ισχυρή χρονική συσχέτιση μεταξύ της στιγμής που οι αριθμοί εμφανίζονται στον κατάλογο και της έναρξης της παρακολούθησής τους», διευκρινίζει η εφημερίδα The Washington Post.

Η ανάλυση αυτή προστίθεται στη μελέτη που έκανε το 2020 το Citizen Lab του πανεπιστημίου του Τορόντο, το οποίο επιβεβαίωσε την παρουσία του λογισμικού Pegasus στα τηλέφωνα δεκάδων εργαζομένων του τηλεοπτικού δικτύου Αλ Τζαζίρα του Κατάρ.

Η πλατφόρμα WhatsApp είχε εξάλλου αναφέρει το 2019 πως ορισμένοι χρήστες της στην Ινδία κατασκοπεύονταν με αυτό το λογισμικό.

Η απάντηση της NSO

Η εταιρεία διέψευσε τις «ψευδείς», όπως τις χαρακτήρισε, καταγγελίες της συλλογικότητας Forbidden Stories.

Βασίζονται σε «εσφαλμένες υποθέσεις και ανεπιβεβαίωτες θεωρίες» και «οι πηγές που έδωσαν τις πληροφορίες αυτές δεν έχουν καμία βάση στην πραγματικότητα», ανέφερε στον ιστότοπό της, προειδοποιώντας πως σκοπεύει να καταθέσει μηνύσεις για συκοφαντική δυσφήμιση.

Η NSO δεν είναι η μοναδική ισραηλινή εταιρεία που υπάρχουν υποψίες πως παρείχε κατασκοπευτικό λογισμικό σε κυβερνήσεις που ελάχιστα απασχολεί η τήρηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με το πράσινο φως του ισραηλινού υπουργείου Άμυνας.

Το λογισμικό DevilsTongue της εταιρείας Saito Tech Ltd, πιο γνωστό με την ονομασία Candiru, χρησιμοποιήθηκε εναντίον περίπου 100 πολιτικών, αντιφρονούντων, δημοσιογράφων και ακτιβιστών, ανέφεραν την Πέμπτη ειδικοί της Microsoft και του Citizen Lab.

Ισραηλινές εταιρείες, όπως η NICE Systems ή η Verint, έδωσαν τεχνολογίες στις μυστικές υπηρεσίες του Ουζμπεκιστάν και του Καζακστάν, όπως και στις δυνάμεις ασφαλείας της Κολομβίας, εκτιμούσε σε έκθεσή της το 2016 η ΜΚΟ Privacy International.

Με πληροφορίες από Guardian, AFP, ΑΠΕ-ΜΠΕ, BBC

Τελευταίες ειδήσεις



Πηγή άρθρου: www.kathimerini.gr