Καπνοί από κατεστραμμένα μαγαζιά στην πόλη Κουντούζ του Αφγανιστάν μετά τις συγκρούσεις μεταξύ κυβερνητικών δυνάμεων και Ταλιμπάν
AP Photo/Abdullah Sahil
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
Αφγανιστάν: με δραματικά αποδυναμωμένη την αεροπορική δύναμη των ΗΠΑ, οι κυβερνητικές δυνάμεις φαίνεται ότι αδυνατούν να ανακόψουν την προέλαση των φονταμενταλιστών ισλαμιστών προς την πρωτεύουσα Καμπούλ.
Ούτε μία ούτε δύο, αλλά τέσσερις επαρχιακές πρωτεύουσες του Αφγανιστάν έχουν πέσει στα χέρια των Ταλιμπάν μόλις μέσα στις τελευταίες τρεις ημέρες: «καθρέφτης» της χαοτικής κατάστασης που επικρατεί στην πολύπαθη χώρα, εν μέσω του στρατηγικού κενού που αφήνουν οι ΗΠΑ πίσω τους, με την οριστική στρατιωτική τους αποχώρηση, η οποία ολοκληρώνεται στα τέλη αυτού του μήνα.
Την Παρασκευή, ήταν η Ζαράνζ της επαρχίας Νιμρόζ στο νοτιοδυτικό Αφγανιστάν, στα σύνορα με το Ιράν. Μετά ήταν η Σεμπεργκάν της βορειοδυτικής επαρχίας Τζαουζάν. Επειτα η Σαρ-ε-Πουλ της ομώνυμης επαρχίας στο βόρειο Αφγανιστάν. Πιο κρίσιμη και νευραλγική είναι, όμως, η τελευταία κατάκτησή τους. Η πόλη Κουντούζ, στα βόρεια, έκτη μεγαλύτερη αφγανική πόλη, με πληθυσμό 340.000 κατοίκους, η οποία αποτελεί πλέον άλλο ένα «εφαλτήριο» για τους φονταμενταλιστές ισλαμιστές στον δρόμο προς την πρωτεύουσα Καμπούλ, σε απόσταση 335 χιλιομέτρων.
Η παρουσία τους εκεί είναι ήδη αισθητή, με πλείστες όσες επιθέσεις. Τελευταίες ήταν οι δολοφονίες του επικεφαλής της υπηρεσίας Ενημέρωσης της κυβέρνησης του Αφγανιστάν, ανήμερα της μουσουλμανικής προσευχής, την Παρασκευή, και, ένα 24ωρο αργότερα, ενός χειριστή ελικοπτέρου της αφγανικής Πολεμικής Αεροπορίας.
Η πρώτη εντάσσεται στο πλαίσιο της εκστρατείας των Ταλιμπάν για την εξόντωση των κυβερνητικών αξιωματούχων. Η δεύτερη είναι μέρος της επιχείρησης εξάλειψης των Αφγανών πιλότων μαχητικών αεροσκαφών, οι οποίοι έχουν εκπαιδευτεί από τους Αμερικανούς και αυτή τη στιγμή αποτελούν τη βασική «δύναμη πυρός» των αφγανικών δυνάμεων για την ανάσχεση της προέλασης των Ταλιμπάν στη χώρα. Εκ των πραγμάτων, ωστόσο, η επιχειρησιακή δυνατότητα της εγχώριας Πολεμικής Αεροπορίας τίθεται πια εν αμφιβόλω. Και γιατί αποδεικνύεται ανίσχυρη να ανακόψει την πορεία των Ταλιμπάν. Και επειδή τώρα πια σπέρνει τον όλεθρο και στον εγκλωβισμένο στις μάχες πληθυσμό, μέσα στην αγωνιώδη πια προσπάθεια της αφγανικής κυβέρνησης να αποτρέψει την -προδιαγεγραμμένη κατά πολλούς- κατάρρευσή της.
Χθες, στα κύματα των αεροπορικών επιδρομών που εξαπολύθηκαν στην -υπό πολιορκία από τους Ταλιμπάν- επαρχία Λασκάρ Γκα της νότιας επαρχίας Χελμάντ, αναφέρθηκαν πλήγματα κατά μιας κλινικής και ενός σχολείου. Αξιωματούχοι των τοπικών υγειονομικών αρχών στην Χελμάντ ανέφεραν ότι σκοτώθηκε μία νοσοκόμα. Το υπουργείο Αμυνας του Αφγανιστάν έκανε λόγο μόνο για απώλειες στις τάξεις των Ταλιμπάν, με 54 νεκρούς μαχητές και 23 τραυματίες.
Πρόσφατη έκθεση του γραφείου του ειδικού επιθεωρητή για την ανοικοδόμηση του Αφγανιστάν στις ΗΠΑ (SIGAR), εν τω μεταξύ, έκρουε εδώ και καιρό «καμπανάκι» σε ώτα πολιτικά «κωφών» στην Ουάσινγκτον, ότι η αφγανική αεροπορία βρίσκεται πλέον στα όριά της. Το επίπεδο ετοιμότητας του στόλου των ελικοπτέρων Black Hawk Χοκ τον Ιούνιο, ανέφερε, ήταν στο 39%: σχεδόν μισό συγκριτικά με τον Απρίλιο ή τον Μάιο.
Καθώς ο αφγανικός στρατός δεν διαθέτει πλέον «την αεροπορική υποστήριξη των ΗΠΑ», υπογραμμιζόταν στην έκθεση, όλα τα εναέρια μέσα της αφγανικής Πολεμικής Αεροπορίας είναι «σε οριακό σημείο», λόγω των «αυξανόμενων αιτημάτων» για «υποστήριξη, συλλογή πληροφοριών, επιτήρηση, αναγνώριση και ανεφοδιασμό από αέρος».
Κατά τα λοιπά, η αμερικανική πρεσβεία στην Καμπούλ κάλεσε τους Αμερικανούς πολίτες να εγκαταλείψουν το Αφγανιστάν το ταχύτερο δυνατόν -την ώρα που σημαντικό μέρος του διπλωματικού προσωπικού έχει ήδη αποχωρήσει, καθιστώντας δύσκολη την ταχεία εξυπηρέτηση σε περίπτωση ανάγκης. Ανάλογη οδηγία εξέδωσε και το Ηνωμένο Βασίλειο προς όλους υπηκόους του στο Αφγανιστάν, εξαιτίας της «επιδείνωσης της κατάστασης ασφαλείας».