H ακροδεξιά «σφήνα» του Ζεμούρ στο γαλλικό πολιτικό σκηνικό

Την ώρα που το γαλλικό σκηνικό χαρακτηριζόταν από την αναμονή εκλογών όπου όλοι, ακόμη και η άκρα δεξιά του «Εθνικού Συναγερμού» της Μαρίν Λεπέν, θα διεκδικούσαν μια ταυτότητα «κεντροδεξιάς», η απήχηση που δείχνει να έχει ο ακροδεξιός δημοσιογράφος Ερίκ Ζεμούρ δείχνει να διαμορφώνει ένα νέο σκηνικό.

Από μια άποψη, ο Ζεμούρ δεν λέει πράγματα που δεν ακούγονται στη Γαλλία (και που τροφοδοτούν ισχυρά δεξιά αντανακλαστικά). Παίρνει σαφείς θέσεις κατά της μετανάστευσης, υπερασπίζεται ακροδεξιές οργανώσεις όπως η Géneration Identitaire, είναι νοσταλγός της αποικιοκρατίας (και της Γαλλικής Αυτοκρατορίας) και φυσικά αναπαράγει όλη τη μυθολογία για την ασυμβατότητα ανάμεσα στο Ισλάμ.

Ταυτόχρονα, ο Ζεμούρ δεν παραλείπει διαρκώς να υπογραμμίζει ότι είναι ένας οπαδός της «εθνικής κυριαρχίας», ένας souvaireniste, κάτι που στη Γαλλία ειδικά του επιτρέπει ένα άνοιγμα προς το ακροατήριο της δεξιάς και της αριστεράς, κάτι που φάνηκε και στη μεγάλη κοινή εκδήλωση και δημόσια συζήτηση που έκανε με τον φιλόσοφο Μισέλ Ονφρέ, ένα στοχαστή που χωρίς να προέρχεται από τη δεξιά έχει κάνει μια στροφή προς θέσεις που απηχούν αυτήν την προτεραιότητα της εθνικής κυριαρχίας.

Φυσικά στην προσπάθειά του να υποστηρίξει τις θέσεις δεν παραλείπει να κάνει και λαθροχειρίες, όπως π.χ. όταν υπερπολλαπλασίασε τον αριθμό των μεταναστών που έρχονται κάθε χρόνο στη Γαλλία για να κάνει πολεμική στον Εμανουέλ Μακρόν.

Και βέβαια εκμεταλλεύεται στο έπακρο τη μεγάλη του μηντιακή εμπειρία, τόσο ως αρθρογράφος της Figaro όσο και ως οικοδεσπότης δημοφιλούς τηλεοπτικής εκπομπής. Σε μια Γαλλία που εδώ και αρκετά χρόνια η εικόνα και η αποτελεσματικότητα ως προς τη διαχείριση της δημόσιας παρουσίας παίζει όλο και πιο σημαντικό ρόλο, αυτά μετρούν.

Άλλωστε, το παράδειγμα της εντυπωσιακής εκτίναξης ενός ανθρώπου στο πολιτικό προσκήνιο με βασικό εργαλείο μια ιδιαίτερα αποτελεσματική δημόσια εικόνα το έδωσε πρώτος ο Εμανουέλ Μακρόν.

Η πίεση προς τους άλλους δεξιούς υποψηφίους

Προς το παρόν ο τυπικά μη υποψήφιος Ζεμούρ αποτελεί πονοκέφαλο για τις παραλλαγές της Δεξιάς. Η πρώτη που νιώθει την πίεση είναι η Μαρίν Λεπέν που είδε ότι στη δημοσκόπηση ότι θα πάρει περισσότερες ψήφους από αυτήν.

Το πρόβλημα για την Λεπέν δεν είναι απλώς ότι βλέπει να διασπάται ουσιαστικά η ακροδεξιά ψήφος στη Γαλλία και να αμφισβητείται ο κυριαρχικός ρόλος του κόμματός της σε αυτό το τμήμα του εκλογικού σώματος.

Κυρίως βλέπει να αμφισβητείται το ιδιαίτερο δικό της εγχείρημα να κάνει το κόμμα της περισσότερο mainstream, έτσι ώστε εκτός όλων των άλλων να μην αντιμετωπίζεται ως το κόμμα των απολογητών των συνεργατών με τους Γερμανούς και των πραξικοπηματιών του OAS.

Ο Ζεμούρ με την απήχησή μοιάζει ως επιχείρημα υπέρ αυτών που ασκούν κριτική στην Λεπέν, καθώς η ρητορική του προσομοιάζει περισσότερο σε αυτή του πατέρα της Ζαν Μαρί Λεπέν, ιδρυτή του Εθνικού Μετώπου (προκατόχου του Εθνικού Συναγερμού), την ώρα που η ίδια εδώ και αρκετά χρόνια έχει προσπαθήσει να δείξει ότι εκπροσωπεί μια διαφορετική πολιτική από τον πατέρα της.

Αλλά και ο άλλος σχηματισμός της γαλλικής δεξιάς, «Οι Ρεπουμπλικανοί» (Les Républicaines), δηλαδή οι εκπρόσωποι της «γκωλικής αντίληψης» που υπέστησαν πολύ μεγάλο πλήγμα στις προεδρικές του 2017 και τις ευρωεκλογές του 2019, τώρα αισθάνονται να δέχονται ξανά μεγάλη πίεση την ώρα που προσπαθούσαν να κάνουν ένα πολιτικό come back ύστερα από τα καλά αποτελέσματα στις τοπικές εκλογές (που βέβαια σφραγίστηκαν από ρεκόρ αποχής) και φαινόταν ότι είχαν βρει στο πρόσωπο του Ξαβιέρ Μπερτράν μια προσωπικότητα που θα μπορούσε να τους επαναφέρει στο προσκήνιο ως έμπειρη και αξιόπιστη πρόταση εξουσίας (παρότι βέβαια θα χρειαστεί πρώτα να καταφέρει να πάρει το χρίσμα στο συνέδριο ενός κόμματος από το οποίο είχε αποχωρήσει)

Ο Γάλλος Τραμπ;

Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που εντόπισαν στο συνδυασμό ανάμεσα στον λαϊκισμό και την μηντιακή αποτελεσματικότητα ένα φαινόμενο ανάλογο με αυτό της ανόδου του Ντόναλντ Τραμπ στο προσκήνιο.

Όμως, παρά τις αναλογίες που μπορεί κανείς να εντοπίσει είναι σαφές ότι έχουμε να κάνε με ένα διαφορετικό φαινόμενο. Ο Τραμπ όντως συνδύασε τα στοιχεία του λαϊκισμού, του εθνικισμού και μιας ακροδεξιάς ρητορικής αλλά ταυτόχρονα ήταν και ένας εξαιρετικά πετυχημένος επιχειρηματία που εκπροσωπούσε ένα μεγάλο μέρος του κόμματός του.

Ο Ζεμούρ πάλι αναλογεί πολύ περισσότερο στις ιδιαιτερότητες της Γαλλίας και τις κοινωνικές δυναμικές που ιστορικά τροφοδοτούν την γαλλική ακροδεξιά: έναν βαθιά ριζωμένο ρατσισμό που τροφοδοτείται από μια αποικιακή λογική που ποτέ δεν αποκηρύχθηκε πλήρως, μια αυταρχική αντίληψη του «ισχυρού κράτους» και της κυριαρχίας του και έναν βαθύτερο συντηρητισμό.  Και βέβαια τροφοδοτείται και από τη δεξιόστροφη μετατόπιση συνολικά της γαλλικής πολιτικής σκηνής τα τελευταία χρόνια, ιδίως ως προς το πώς ορίζεται σήμερα η έννοια του «Κέντρου».

Και με μία έννοια αυτό είναι και το πιο ανησυχητικό με την απήχησή του: η καταγραφή ενός ισχυρού ρεύματος ακροδεξιών τοποθετήσεων στη γαλλική κοινωνία, στοιχείο που ταυτόχρονα την κάνει ακόμη πιο διαιρεμένη και εσωτερικά συγκρουσιακή.

Ο δρόμος δεν θα είναι εύκολος 

Προφανώς και ο δρόμος δεν θα είναι εύκολος για τον Ζεμούρ. Οι γαλλικές εκλογές έχουν τους ρυθμούς τους και ουσιαστικά η εκκίνηση της προεκλογικής εκστρατείας (αλλά και της περιόδου όπου όντως οι ψηφοφόροι αρχίζουν να σκέφτονται πώς θα ψηφίσουν στις εκλογές) δεν έχει έρθει ακόμη.

Επιπλέον, ο Ζεμούρ θα χρειαστεί πιο αποσαφηνισμένες θέσεις και έναν πολιτικό μηχανισμό, εάν πρόκειται να συμμετέχει με αξιώσεις σε μια εκλογή που ας μην ξεχνάμε αφορά τελικά τη διακυβέρνηση μιας χώρας.

Όμως, σίγουρα έχει ήδη αρχίσει να αναδιατάσσει το πολιτικό σκηνικό.

Ο Μακρόν ετοιμάζει τη δική του φυγή «προς τα εμπρός»

Σε αυτό το φόντο ο Εμανουέλ Μακρόν ετοιμάζεται για τις εκλογές του 2022 έχοντας να επιδείξει έναν μάλλον αντιφατικό απολογισμό, μια μεγάλη σύγκρουση με ένα σημαντικό μέρος της γαλλικής κοινωνίας (το οποίο προερχόταν από ένα ευρύ πολιτικό φάσμα) στην περίοδο των «Κίτρινων Γιλέκων», μια τρέχουσα μικρότερη αλλά πάντως διαρκή αντιπαράθεση (πάλι με ένα αντιφατικό φάσμα δυνάμεων) για το θέμα του «υγειονομικού διαβατηρίου», και βέβαια τα αποτελέσματα της ίδιας της πανδημίας.

Προφανώς και ελπίζει ότι ένα διαιρεμένο αντιπολιτευτικό τοπίο θα τον ενισχύσει, ιδίως εάν πρόκειται να είναι ο «δημοκρατικός» υποψήφιος απέναντι σε κάποια παραλλαγή της ακροδεξιάς, έστω και ένα δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι θα μπορέσει να πείσει ψηφοφόρους της αριστεράς να το στηρίξουν στο όνομα της «υπεράσπισης της δημοκρατίας» δεδομένης των μεγάλων κοινωνικών συγκρούσεων του προηγούμενου διαστήματος.

Πάντως σε αυτό το φόντο φαίνεται να προκρίνει δύο βασικά στοιχεία, που δείχνουν ότι πιστεύει ότι θα έχει απώλειες προς τα αριστερά, αλλά μόνο προς τα δεξιά. Το ένα να δείξει ότι είναι ο πραγματικός εκπρόσωπος της κεντροδεξιάς και μπορεί να εκπροσωπήσει τις βασικές θέσεις της για την οικονομία ή για ζητήματα όπως η ασφάλεια.

Το άλλο είναι να δείξει ότι είναι ο υποψήφιος που θα επαναφέρει τη Γαλλία στον χάρτη του μέλλοντος, με ορίζοντα το 2030 και έμφαση στην καινοτομία και την ικανότητα ανταπόκρισης σε προκλήσεις όπως η κλιματική αλλαγή.

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο



Πηγή άρθρου: www.in.gr